Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Κράτησα μόνο την ελπίδα


Η νύχτα τραβάει και παίρνει μαζί της απαλά το μαύρο πέπλο από τα μάτια μου.

Βλέπω τις βάρκες να γλιστρούν στο γαλάζιο της λάγνας θάλασσας.

Μαζί τους άφησα το χθες να ταξιδέψει.

Κοιτάω τους γλάρους. Όπως η ματιά μου ψάχνουν κι αυτοί.

Είδα τον φλογισμένο του ήλιου δίσκο σιγά σιγά να ανεβαίνει στην απεραντοσύνη, και ήπια άπληστα το χρυσό που άπλωνε ζωγραφίζοντας την φύση.

Με τα χέρια υψωμένα, εκστασιασμένος χαιρέτησα το κτιστό, υμνώντας τον άκτιστο.

Δάκρυσα, έκλεισα τα μάτια μου. Ελέησον με Κύριε, τον αμαρτωλό.

Εκείνος μου χαμογέλασε «μην φοβάσαι», μου είπε, «Εγώ είμουν, είμαι και θα είμαι πάντα εδώ. Τα σύννεφα περνούν και φεύγουν».

Γεμάτος από χαρά και ελπίδα, λες αιωρήθηκα στον αέρα, μεθυσμένος απ’ το Φως.

Έστειλα το χθες μακριά.

Κρατήθηκα απ’ το ουράνιο τόξο, Του Κραταιού την υπόσχεση.

Μόνο την ελπίδα κράτησα και καλωσόρισα το σήμερα.